Συνολικές προβολές σελίδας

Αναζήτηση

Θέματα

Giveaway of the Day

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Είμαι απόφοιτος του τομέα Κλασικών Σπουδών του τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος του ίδιου τομέα της σχολής με το θέμα της διπλωματικής μου εργασίας να παραγματεύεται το έργο "Περὶ παίδων ἀγωγῆς" του Πλουτάρχου. Είμαι υποψήφια διδάκτωρ του τομέα Κλασικών Σπουδών του τμήματος Φιλολογίας του Δ. Π. Θ. Με ενδιαφέρουν αρκετά θέματα διδακτικής μεθοδολογίας και μελέτες περιπτώσεων. Το 2009 διορίστηκα μέσω Ασεπ και δίδαξα στο ΓΕΛ Αρχαγγέλου Ρόδου για δύο χρόνια. Από το σχολικό έτος 2011-12 υπηρετώ στο ΓΕΛ Λιμένα, στην γενέτειρά μου, την Θάσο.

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

Κ. Θεοτόκης: Απόψεις μελετητών για τον συγγραφέα


Eμβληματική μορφή των γραμμάτων, ήδη από το γύρισμα του 20ού αιώνα ο Kωνσταντίνος Θεοτόκης, συγγραφέας ιδεολογικής πρωτοπορίας με ευρωπαϊκή ενημέρωση, κέρδισε με την «Tιμή και το Xρήμα» του γενιές μαθητών, τις γοήτευσε με τον «Kατάδικο» που έγινε καταδικός τους. Oύτως ή άλλως κέρδιζε πάντα τους λυκειόπαιδες από «τα αποδυτήρια» ήδη με τη μυθιστορηματική ζωή του και το λιτό βιογραφικό, με το τριπλό φωτοστέφανο του επαναστάτη: οικογενειακού (μαθητής σχεδόν στα 19 του συνδέεται και παντρεύεται την 36χρονη βαρόνη voMallowitz ερήμην του πατέρα του, στη Bενετία), του κοινωνικού αποστάτη (αυτόμολος από το αρχοντικό του γένος μεταπηδά στο πλευρό των λαϊκών στρωμάτων – μετεκενωτής των σοσιαλιστικών ιδεών στα καθ’ ημάς με τον K. Xατζόπουλο), αλλά και του εθνικού ήρωα (συμμετέχει εθελοντικά στην Eπανάσταση της Kρήτης και της Θεσσαλίας). Eπιπροσθέτως, το γεγονός ότι ήταν χρήστης 5 ζωντανών γλωσσών και κάτοχος 5 νεκρών (ο φερεγγυότερος μεταφραστής της ινδικής λογοτεχνίας μέχρι σήμερα!) προκαλεί τον θαυμασμό μας και στον αιώνα της πολυγλωσσίας και τον επαυξάνει με την πνευματική του πολυπραγμοσύνη (σπούδασε φυσικομαθηματικά στο Παρίσι, κλασική φιλολογία, κοινωνιολογία / φιλοσοφία στο Mόναχο και το Γκρατς).

Γιάννη Κουβαρά: K. Θεοτόκης: εποχή και βίος, Καθημερινή 24/12//2002



---------------------------------------------------------------------

Ξεχωριστή θέση στην πεζογραφία της εποχής -και ειδικότερα στην περιοχή της κοινωνικής λογοτεχνίας- κατέχει το έργο του σηµαντικότερου, ίσως, πεζογράφου του µεσοπολέµου, του Κ. Θεοτόκη. Στην προκειµένη περίπτωση έχουµε να κάνουµε µε ένα συγγραφέα µε ευρύτατη παιδεία, εντυπωσιακή γλωσσοµάθεια και σπουδές σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Αυστρία, Γερµανία, Ιταλία). Με τις σοσιαλιστικές ιδέες πρέπει να έρχεται σε επαφή γύρω στα 1907, κατά τη διάρκεια της παραµονής του στο Μόναχο. Ο σοσιαλισµός όµως του Θεοτόκη -όπως τουλάχιστον κατοπτρίζεται στο πεζογραφικό του
έργο- δεν έχει κανένα κοινό µε την ιδεολογική έπαρση και την ανατρεπτική ορµή της σύγχρονής του στρατευµένης προλεταριακής τέχνης.
Η διεισδυτική, βεβαίως, οπτική του (η οποία εκτείνεται τόσο στο κοινωνικό περιβάλλον όσο και στον ψυχισµό των ηρώων του) και κυρίως η σύνδεση της ανθρώπινης παθολογίας µε το σύγχρονό του κοινωνικό και οικονοµικό καθεστώς, συστήνουν -στα
περισσότερα έργα του- µια κριτική στάση κάθε άλλο παρά ουδέτερη. Συγχρόνως, όµως, η ιδεολογία ποτέ δε λειτουργεί -όπως θα έλεγε ο Κ. Χατζόπουλος- ως «τετζέντα»• δε γίνεται αυτοσκοπός. Θα µπορούσαµε, µάλιστα, να πούµε ότι στο έργο του αποκρυσταλλώνεται µια αρνητική εντέλει βιοθεωρία για τη ζωή (προϊόν της δραµατικής σύγκρουσης, η οποία συντελείται όχι στην επιφάνεια -τις κοινωνικοοικονοµικές δηλαδή σχέσεις- αλλά στο σκοτεινό ψυχικό βάθος), η οποία ελάχιστα σηµεία σύγκλισης έχει µε τη «ροµαντική» σοσιαλιστική κοσµοθεωρία του µεσοπολέµου. Ό,τι εντέλει συστήνει τη φιλάνθρωπη ιδεολογία του είναι η ανθρωπιστική του παιδεία, η κοινωνική του ευαισθησία και η στοργή µε την οποία αντιµετωπίζει τους πάσχοντες ήρωές του. Σε ορισµένα από τα πρώιµα διηγήµατα του Θεοτόκη, που γράφονται κατά την περίοδο 1898-1912, διακρίνονται εµφανείς νιτσεϊκές επιδράσεις.

...Σε µια άλλη ενότητα (πολύ πιο συµβατή, από την άποψη του περιεχοµένου, µε τις σοσιαλιστικές αρχές του Θεοτόκη) θα µπορούσαµε να κατατάξουµε τη νουβέλα Η τιµή και το χρήµα, (1912) και το µυθιστόρηµα Οι σκλάβοι στα δεσµά τους (1922). Εάν στα προηγούµενα πρώιµα ηθογραφικά ρεαλιστικά διηγήµατα το κυρίαρχο θεµατικό µοτίβο είναι η σύγκρουση ανάµεσα στα φυσικά ερωτικά ένστικτα και τις κοινωνικές προλήψεις, στα δύο συγκεκριµένα έργα η δράση µεταφέρεται σε µια προαστική και αστική -αντιστοίχως- κοινωνία και το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην επιρροή των κοινωνικών και οικονοµικών όρων στα πρόσωπα. Στη νουβέλα Η τιµή και το χρήµα, η ανθρώπινη συνείδηση δοκιµάζει τα όρια και την αντοχή της, καθώς όλα τα πρόσωπα -λίγο ή περισσότερο- κινούνται σ’ έναν κλοιό, ο οποίος ορίζεται από τη διαβρωτική κυριαρχία του χρήµατος. Από τον κλοιό δραπετεύει, στο τέλος της αφήγησης, η Ρήνη (η κεντρική ηρωίδα), αρνούµενη την εξαγορά της αγάπης της, αποφασισµένη να ορίσει η ίδια τη ζωή της µε την εργασία της. Με τον τρόπο αυτό ο Θεοτόκης επιχειρεί ένα άνοιγµα σ’ έναν άλλο κύκλο, αφήνοντας -κατ’ επέκταση- ανοιχτή την υπόθεση για µια αλλαγή· ένα διαφορετικό τρόπο ζωής, ο οποίος βρίσκεται περά από τη δικαιοδοσία του χρήµατος.

Εν αντιθέσει προς τα άλλα έργα του Θεοτόκη, ο Κατάδικος και Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα οργανώνονται αφηγηµατικά µε βάση ένα κεντρικό πρόσωπο (τον Τουρκόγιαννο και τον Καραβέλα αντιστοίχως). Στην πρώτη περίπτωση έχουµε να κάνουµε µε έναν ανθρώπινο τύπο (πρότυπο χριστιανικής εγκαρτέρησης), ο οποίος αναζητεί τον ατοµικό - εσωτερικό δρόµο της λύτρωσης αποδεχόµενος το ρόλο του θύµατος. Η ανοχή και η στωική απάθεια (η παραίτηση από υλικές ή συναισθηµατικές επιθυµίες) φαίνεται να οδηγούν, εδώ, σε µια απελευθέρωση από τα πάθη που δυναστεύουν την ύπαρξη και το πνεύµα• «η αληθινή ευτυχία» -πιστεύει ο Τουρκόγιαννος- «βρίσκεται µ’ εκείνους που αλαφραίνουν του αλλουνού τον πόνο ή µε τους κακούς που µετανοιώνουν. Αυτοί λαβαίνουν τη λύτρωση». Αυτή η απλοϊκή ιδεαλιστική έξαρση του «κατάδικου» δηµιουργεί ρωγµές στο ρεαλιστικό κατά τα άλλα πλαίσιο της αφήγησης και άγεται προς µια διαφορετική θεώρηση της ύπαρξης.
Συγχρόνως αποτελεί µια µεταφυσική πρόταση στο βασικό πρόβληµα, το οποίο συναντούµε στα περισσότερα έργα του Θεοτόκη: στη δυνατότητα, δηλαδή, του αφηγηµατικού ήρωα να απελευθερωθεί από τη φυλακή που κτίζουν γύρω του οι κοινωνικές και οικονοµικές σχέσεις, το χρήµα ή και η «εµπαθής» ανθρώπινη φύση.

Συµπερασµατικά, τόσο στον Κατάδικο όσο και στον Καραβέλα, η µυθιστορηµατική πραγµατικότητα θέτει υπό δοκιµασία τις ουµανιστικές και σοσιαλιστικές αρχές του συγγραφέα. Οι κατάδικοι ήρωες (δέσµιοι είτε του έµφυτου πάθους τους είτε εγκλωβισµένοι σε κοινωνικοοικονοµικές συµβάσεις) δεν ενεργούν -σε καµία περίπτωση- προς µια κατεύθυνση γενικής µεταβολής των ασφυκτικών κοινωνικών όρων.


Αποσπάσµατα από τη µελέτη του Π. Βουτουρή, «Λογοτεχνικές αναζητήσεις», στο Ιστορία της Ελλάδος του 20ού αιώνα.


---------------------------------------------------------------------

«Ο Θεοτόκης είναι ο πεζογράφος και ο στοχαστής που οφείλουμε να τον φέρουμε πιο κοντά μας, προπάντων κοντά στους νεότερους, που τόσα χάνουν μέσα στη γενική διαφθορά. Πρέπει να διαβαστούν τα βιβλία του. Κι ακόμα, να εξηγηθεί τούτο το σημαντικό: ότι ο πεζογράφος αυτός, ο εισηγητής του κοινωνικού μυθιστορήματος, ο πρωτοπόρος κι ο κατήγορος, δεν έπαψε ούτε μια στιγμή να είναι ελεύθερη, αδούλωτη πνευματική μονάδα. Όταν πλησιάσουμε στο έργο του Θεοτόκη, και περισσότερο στον Κατάδικο και στο Οι σκλάβοι στα δεσμά τους, θα νιώσουμε πολύ ζωηρά το αιώνιο δράμα του γνήσιου πνευματικού ανθρώπου που ζει ολόκληρος στην εποχή του, που ανήκει στις δυνάμεις της προόδου και όλη η ζωή του είναι μια μάχη για την ελευθερία.»

Χάρη Πέτρου, Μικρή Πινακοθήκη. Εκδοτικός Οίκος Γ. Φέξη, Αθήνα, 1963, σ. 24 - 25.


---------------------------------------------------------------------

«Ο Θεοτόκης είναι ο πιο καθαρόαιμος εκπρόσωπος του κοινωνικού ρεαλισμού ανάμεσα στους συνοδοιπόρους του κι ο εισηγητής του κοινωνιστικού μυθιστορήματος, αυτός που έυρυνε ουσιαστικότερα από κάθε άλλον σύγχρονό του τα όρια της ηθογραφίας και της έδωσε καινούργια αίγλη, διατηρώντας από τα χαρακτηριστικά του είδους μονάχα το πλαίσιο και χρωματίζοντας τη γλώσσα του με το κερκυραϊκό ιδίωμα, όπου οφείλει κι ένα μέρος απ' την εκφραστικότητα του ύφους του, έτσι ώστε ο όρος ηθογραφία να μη σημαίνει πια στην περίπτωσή του ό,τι συνήθως για πολλούς απ' τους προηγούμενους. Ο ουσιαστικός προβληματισμός του, η πνευματική ανησυχία και το πάθος του, κι απ' την άλλη μεριά, η θητεία του στον Νίτσε, στα ινδικά κείμενα, στον Φλωμπέρ, στον Μπαλζάκ, τον Ζολά, τον Μεριμέ, τον Ντοστογέφσκι, τον Τολστόι και την άλλη ευρωπαϊκή λογοτεχνία, και ταυτόχρονα η μελέτη του μαρξισμού και του σοσιαλισμού, αποτέλεσαν τους βασικούς παράγοντες που τον οδήγησαν να διαμορφώσει τη συγγραφική του προσωπικότητα και να δώσει στο περιφρονημένο αυτό είδος, όπως θεωρείται από μερικούς η ηθογραφία, βάθος και περιεχόμενο όχι λιγότερο ουσιαστικό απ' όσο της είχαν δώσει νωρίτερα ο Βιζυηνός κι ο Παπαδιαμάντης, ανακατεύοντας μέσα στο νατουραλισμό του αδιόρατες συμβολιστικές αποχρώσεις, ίσα - ίσα για να γίνει πιο υποβλητικός, βαθαίνοντας στην ψυχολογία των προσώπων και πλάθοντας ζωντανούς ανθρώπινους χαρακτήρες.»

Στεργιόπουλου Κώστα, «Ο χαρακτήρας της πεζογραφίας του Θεοτόκη», στο Περιδιαβάζοντας. Στο χώρο της παλιάς πεζογραφίας μας. Τόμος Β΄, Εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα, 1986, σ. 171 - 172.


---------------------------------------------------------------------

«Η προσφιλής τάση του Θεοτόκη να προξενεί στον αναγνώστη του φρίκη, η εμμονή του στην περιγραφή, με όλες της τις λεπτομέρειες, της κόλασης στην οποία βυθίζεται η, έστω και πραγματικά αξιοκαταφρόνητη, ύπαρξη του Καραβέλα, πηγάζουν από την πεποίθηση ότι την εξιλέωση θα διαδεχθεί η στιγμή της λύτρωσης και της δικαιοσύνης για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Παρουσιάζοντας την κοινωνική κόλαση, ο Θεοτόκης ακολουθεί με ακρίβεια τα μεγάλα ίχνη του γερμανικού ανθρωπισμού, όπως εμπλουτίστηκε και από το ρωσικό μυθιστόρημα, και ανοίγει στην πεζογραφία ένα δρόμο παράλληλο με εκείνον της ποίησης (του Παλαμά, κυρίως, στα χρόνια αυτά, του Σικελιανού και του Καζαντζάκη αργότερα), που και αυτή ήθελε να καταστρέψει τον κόσμο, σε ένα αποκορύφωμα εξιλέωσης, για να τον δει να ξαναγεννιέται καθαρός, παρθένος, σωστός. Με τον Καραβέλα η ηθογραφία έχει εξαντλήσει πλέον όλες της τις δυνατότητες, έχει τερματίσει την ιστορική της διαδρομή.»

Mario Vitti (Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα, 1992, σ. 322.

---------------------------------------------------------------------

Με αφορµή µια νέα ανάγνωση της πεζογραφίας του Κωνσταντίνου Θεοτόκη ανακύπτουν ορισµένα ερωτήµατα, που θα τα διατύπωνε κανείς µε την ακόλουθη σειρά: τα έργα της σχετικά παλαιότερης λογοτεχνίας µπορούν να επιβιώσουν στην εποχή µας;
Ειδικότερα, τα έργα που βασίζονται σε έναν κοινωνιολογικό προβληµατισµό και κατατάσσονται στην κατηγορία της στρατευµένης σε ορισµένο ιδεολογικό προσανατολισµό λογοτεχνίας; Με άλλα λόγια, το πρόβληµα είναι κατά πόσο ορισµένα κείµενα της παλιότερης ρεαλιστικής πεζογραφίας, που εµφανίστηκαν ως δηµιουργήµατα συγκεκριµένων κοινωνικών συνθηκών και ιδεολογικών ζυµώσεων, µπορούν, πέρα από την ιστορικότητά τους, να έχουν απήχηση στο σηµερινό αναγνώστη.
Για να απαντήσει κανείς στα παραπάνω ερωτήµατα, πρέπει να ανιχνεύσει τα συστατικά στοιχεία των παλιότερων λογοτεχνηµάτων, τα οποία, ξεπερνώντας την εποχή όπου γράφτηκαν, εξακολουθούν να σηµασιοδοτούν τη σύγχρονη εµπειρία. Στον προβληµατισµό αυτό δεν µπορούµε να παραγνωρίσουµε το γεγονός ότι το «νόηµα» ενός λογοτεχνικού κειµένου βρίσκεται πάντοτε σε στενή συνάρτηση µε το εκφραστικό του αποτέλεσµα: η λογοτεχνία, ακόµη κι όταν παρουσιάζεται µε τη µεταµφίεση του πιο κοινότοπου ρεαλισµού, καταξιώνεται πρωταρχικά ως έργο φαντασίας και λόγου. Θα µπορούσε κάλλιστα την ανεπικαιρότητα να αναπληρώσει η µεταµορφωτική δύναµη της φαντασίας.
Ας θυµηθούµε δύο συγκριτικά παραδείγµατα: τη Φόνισσα (1903) του Παπαδιαµάντη και την Τιµή και το χρήµα (1912) του Θεοτόκη. Στον πυρήνα και των δύο έργων υπάρχει το
ίδιο πρόβληµα: η υποβαθµισµένη θέση της γυναίκας µέσα στην ελληνική κοινωνία της εποχής. Ο Παπαδιαµάντης όµως επιλέγοντας µια προωθηµένη φανταστική λύση έδωσε µια «δαιµονική» και τραγικότερη διάσταση στον τύπο της ηρωίδας του και αποµακρύνθηκε έτσι από τις εµπειρικές αφορµές του µύθου του. Με το να στήσει ένα γνήσιο λογοτεχνικό τύπο κατόρθωσε να υπερβεί τις συνέπειες του ρηχού ρεαλισµού.
Αντίθετα, ο Θεοτόκης µένοντας πιστός στις σοσιαλιστικές ιδέες που τον ενέπνευσαν όταν έγραφε την κοινωνική του νουβέλα -πριν από τους Βαλκανικούς πολέµους- θέλησε να
δείξει µε µέθοδο αυστηρά ρεαλιστική το δρόµο που θα οδηγούσε τη γυναίκα στην κοινωνική της απελευθέρωση. Είναι πιο πολύ στο έργο αυτό, όπως και στο µυθιστόρηµά του Οι σκλάβοι στα δεσµά τους (1922), ένας µελετητής και στοχαστής των κοινωνικών πραγµάτων που παρατηρεί από ορισµένη ιδεολογική οπτική γωνία. Γράφει, θα λέγαµε, προγραµµατισµένα αλλά και µε υψηλή καλλιτεχνική ευθύνη, ώστε να µην κάνει, όσο είναι δυνατό, παραχωρήσεις στην ιδεολογία του εις βάρος της τέχνης. Προσγειωµένος όµως στο έδαφος του κοινωνικού ρεαλισµού περιόρισε σε «λογικά όρια» το πέταγµα της φαντασίας στην προσπάθειά του να απεικονίσει µε τα πιο λιτά και πειστικά εκφραστικά µέσα το κοινωνικό πλαίσιο και τους χαρακτήρες της ιστορίας του. Το δίδαγµα του Θεοτόκη είναι το δίδαγµα του κοινωνικού ρεαλιστή: να δείξει ότι ο χαρακτήρας είναι δηµιούργηµα των κοινωνικών συνθηκών όπου ζει ο άνθρωπος, ο οποίος από τη φύση του δεν έχει καµιά ροπή προς το κακό: «Και αχ, δεν έφταιγε ούτε αυτός. δεν ήταν φυσικιά η κακοσύνη µέσα στο στήθι του! Οι περίστασες, οι δυστυχίες τον είχαν αλλάξει. Κουναρηµένος καθώς ήταν µε ιδέες νοικοκυρίσιες, δε µπορούσε να συνηθίσει στον σκληρό ξεπεσµό, αλλά µε όλην του τη δύναµη αντιστεκότουν…».


Το κείµενο ανήκει στον Γ.∆. Παγανό, κριτικό της λογοτεχνίας, και δηµοσιεύτηκε στις 18-04-1984 στο περιοδικό ∆ιαβάζω, τεύχος 92,


---------------------------------------------------------------------

Ογδόντα χρόνια μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου Θεοτόκη (1η Ιουλίου 1923) και η πνευματική φυσιογνωμία του Κερκυραίου λογοτέχνη, γνωστού από έργα του όπως «Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα», παραμένει επίκαιρη. Συγγραφέας με ισχυρή προσωπικότητα, στα χρόνια της γενιάς του Παλαμά, σημάδεψε με την εργοβιογραφία του την ελληνική διανόηση των αρχών του 20ού αιώνα.

Η δύναμη της πένας του εξακολουθεί να προκαλεί το φιλολογικό ενδιαφέρον και, παρ' ότι αγνοήθηκε από τη «γενιά του '30», θεωρείται σταθερός-συνειδητός υποστηρικτής των ιδεολογικών πεποιθήσεών του που συνάμα καλλιέργησε αδιάπτωτα τη συγγραφική τέχνη του.

Πηγή: www.netschoolbook.gr

1 σχόλια:

Francesco.P είπε...

Leggere il nome di Mario Vitti è un'emozione;)

Δημοσίευση σχολίου